Χωρίς Πατρίδα Καμιά

Σκην: Γιώργος Αυγερόπουλος

Σε καιρούς οικονομικής ύφεσης και κρίσης, οι μειονότητες τίθενται στο στόχαστρο. Οι Ρομά, η μεγαλύτερη και πιο ευάλωτη μειονότητα της Ευρώπης, με πληθυσμό που ξεπερνά τα 10 εκατομμύρια σε όλες τις χώρες της γηραιάς ηπείρου, ήταν ανέκαθεν ένα εύκολο θύμα. Και ο διωγμός τους από το Γαλλικό κράτος το καλοκαίρι του 2010, ανακάλεσε στη μνήμη εποχές που θεωρούσαμε ότι είχαν παρέλθει ανεπιστρεπτί. Το «Χωρίς Πατρίδα Καμιά» καταγράφει τη φυγή τους από τη χώρα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του διαφωτισμού, ακολουθεί την πορεία τους πίσω στη Ρουμανία, τις προσπάθειές τους για να στήσουν εκεί μια ζωή από την αρχή, και τα αδιέξοδα που τους οδηγούν επανειλημμένα στο δρόμο της μετανάστευσης. Το «Χωρίς Πατρίδα Καμιά» είναι το χρονικό ενός λαού υπό διωγμό.

Δείτε την ταινία τώρα!

Επιλέξτε τη γλώσσα που επιθυμείτε και δείτε τώρα την ταινία σε Full HD από οποιαδήποτε συσκευή! Απολαύστε την ιδιωτική σας προβολή!

Αγγλικά

Ελληνικά

Αγοράστε το DVD

Λυπούμαστε. Αυτό το DVD δεν είναι διαθέσιμο προς το παρόν.

Δημόσια Προβολή

Σας ενδιαφέρει να οργανώστε μια δημόσια προβολή της ταινίας; Στείλτε μας ένα e-mail με το αίτημα σας και θα χαρούμε να σας βοηθήσουμε!

Στείλτε μας e-mail

Εκπαιδευτική Χρήση

Σας ενδιαφέρει να εμπλουτίσετε τη βιβλιοθήκη του ιδρύματος σας με την ταινία μας; Επικοινωνήστε μαζί μας, ώστε μαζί να δημιουργήσουμε ένα πληροφορημένο κοινό!

Στείλτε μας e-mail



Σχετικά με την Ταινία
Info
  • ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 50min
  • ΔΙΑΘΕΣΙΜΟ ΣΤΙΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΓΛΩΣΣΕΣ: Αγγλικά | Ελληνικά
  • ΔΙΑΘΕΣΙΜΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ: Αγγλικά (50min) | Ελληνικά (50min)
  • ΕΤΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ: 2010
Βασικοί Συντελεστές
  • Σενάριο, Σκηνοθεσία: Γιώργος Αυγερόπουλος
  • Επιτόπια Έρευνα & Οργάνωση Θέματος: Γεωργία Ανάγνου
  • Διεύθυνση Φωτογραφίας: Αλέξης Μπαρζός
  • Οργάνωση & Διεύθυνση Παραγωγής: Αναστασία Σκουμπρή
  • Μοντάζ: Γιάννης Μπιλήρης, Άννα Πρόκου
  • Πρωτότυπη Μουσική: Γιάννης Παξεβάνης
Μια παραγωγή της Small Planet για την ΕΡΤ © 2010 - 2011
Σημειώσεις

«Όταν ήρθαν να πάρουν τους τσιγγάνους δεν αντέδρασα.
Δεν ήμουν τσιγγάνος.
Όταν ήρθαν να πάρουν τους κομμουνιστές δεν αντέδρασα.
Δεν ήμουν κομμουνιστής.
Όταν ήρθαν να πάρουν τους εβραίους δεν αντέδρασα.
Δεν ήμουν εβραίος.
Όταν ήρθαν να πάρουν εμένα δεν είχε απομείνει κανείς για να αντιδράσει».
(Πάστορας Martin Niemöller)

Το καλοκαίρι του 2010 η Γαλλία, αποφάσισε να διώξει μαζικά τους τσιγγάνους από το έδαφός της. Βούλγαροι και Ρουμάνοι πολίτες, με Ρομά καταγωγή, υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τη Γαλλία και να επιστρέψουν στη χώρα τους. Οι καταυλισμοί των Ρομά κατονομάστηκαν «πηγή παράνομου τράφικινγκ, σοκαριστικών συνθηκών διαβίωσης, και εκμετάλλευσης παιδιών στην επαιτεία, την πορνεία και το έγκλημα». Ο Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί κάλεσε επείγον υπουργικό συμβούλιο, και έδωσε το έναυσμα για το ανθρωποκυνηγητό.

«Είναι ντροπή! Προσωπικά, έχω συγκλονιστεί από μια κατάσταση που έδωσε την εντύπωση ότι οι άνθρωποι εκδιώχθηκαν από ένα κράτος – μέλος της Ε.Ε. απλώς και μόνο επειδή ανήκουν σε μια εθνική μειονότητα. Αυτή είναι μια κατάσταση που σκεφτόμουν ότι η Ευρώπη δε θα έπρεπε να αντιμετωπίσει ξανά μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο!», δήλωσε τότε η Ευρωπαία Επίτροπος για τη Δικαιοσύνη και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Βίβιαν Ρέντινγκ, ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων σε διπλωματικό επίπεδο στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η Ντιάνα και ο Γκάμπριελ είδαν το καταυλισμό τους να καταστρέφεται και μαζί το όνειρο για ένα καλύτερο αύριο. Είχαν φτάσει στη Γαλλία το 2009, αναζητώντας μια καλύτερη ζωή για τους ίδιους και τα δύο τους παιδιά. «Φτάσαμε σ’ ένα πλάτωμα, φτιάξαμε μια καλύβα από ξύλο. Εκεί προσπαθήσαμε να νοικοκυρευτούμε, να επιβιώσουμε, να αρχίσουμε ένα μικρό μέλλον», θυμάται η Ντιάνα. «Οι συνθήκες ήταν δύσκολες, αλλά στη Ρουμανία ούτως ή άλλως δεν είχαμε ζωή».

Ο Γκάμπριελ έκανε δουλειές του ποδαριού, η Ντιάνα καθάριζε σπίτια, οργανώσεις τους βοηθούσαν με το φαγητό, μπορούσαν να στείλουν τα παιδιά στο σχολείο, μπορούσαν να ζήσουν. Ένα πρωινό όμως αστυνομικοί περικύκλωσαν τον καταυλισμό, τους έβγαλαν με φωνές όλους έξω και οι μπουλντόζες άρχισαν να κατεδαφίζουν τα πρόχειρα σπίτια τους. Μέσα σε λίγες ώρες βρέθηκαν και πάλι πίσω στη Ρουμανία. Χωρίς δουλειά «γιατί κανείς δεν δίνει δουλειά σε ένα τσιγγάνο», χωρίς κοινωνική μέριμνα, χωρίς τίποτα. «Το μέλλον στη Ρουμανία είναι καταστροφή», λέει απεγνωσμένος ο Γκάμπριελ. «Τίποτα άλλο δε μπορώ να δω, έκτος από την καταδίκη μου σε θάνατο. Θα περιμένουμε τη στιγμή που θα εμφανιστεί μια ευκαιρία και το συντομότερο δυνατόν θα εξατμιστούμε από τη χώρα. Να φύγουμε, αυτό θέλουμε. Οπουδήποτε, αλλά όχι εδώ».

Η Ρουμανία είναι η χώρα με τους περισσότερους Ρομά στην Ευρώπη. Το γιατί θα πρέπει να αναζητηθεί στον Μεσαίωνα. Όταν στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης οι τσιγγάνοι καίγονταν στην πυρά της Ιεράς Εξέτασης ή ήταν θηράματα για το κυνηγητικό χόμπι των ευγενών, στη Ρουμανία δεν τους σκότωναν, αλλά προτίμησαν να τους εκμεταλλευτούν. Τους έκαναν σκλάβους, τους πουλούσαν και τους αγόραζαν στα σκλαβοπάζαρα.Ήταν μια σκλαβιά που κράτησε 500 χρόνια, πολύ περισσότερο δηλαδή απ’ αυτή των αφροαμερικανών στις ΗΠΑ, και η οποία άφησε βαθιά τα ίχνη της στον τρόπο με τον οποίο οι Ρομά ακόμα και σήμερα βλέπουν τον εαυτό τους και στον τρόπο με τον οποίο οι Ρουμάνοι βλέπουν τους Ρομά. «Δεν θέλουν να δουλέψουν και είναι πάρα πολύ κακοί. Δεν πλένονται, είναι πάρα πολύ βρώμικοι. Βάζουν γουρούνια στα σπίτια και άλλα ζώα, δεν θέλουν να είναι πολιτισμένοι», είναι η επικρατούσα άποψη για τους τσιγγάνους στη Ρουμανία, όπως την μετέφερε εύγλωττα μια καθωσπρέπει ηλικιωμένη κυρία. Και αυτό η Έλενα Καλίν, κάτοικος στο Μπαρμπουλέστι, ένα χωριό Ρομά, περίπου 1 ώρα έξω από το Βουκουρέστι, το ξέρει πάρα πολύ καλά: «Στη Ρουμανία, μισούν τη φυλή, είναι ρατσιστές. Όπου πας να προσληφθείς σου κλείνουν την πόρτα στα μούτρα, επειδή είσαι τσιγγάνος». Εδώ οι δρόμοι δεν έχουν άσφαλτο αλλά λακκούβες και λάσπες, τα σπίτια δεν έχουν τρεχούμενο νερό και ηλεκτρικό και το σχολείο είναι σα φυλακή. «Στη Ρουμανία δεν είναι να ζει κανείς. Πάμε στους ξένους γιατί εκεί, ακόμα και αν μισούν τη φυλή, εκεί μας βοηθούν, τεντώνουμε το χέρι και μας δίνουν. 1 ευρώ, 2 ευρώ, για εμάς στη Ρουμανία έχουν αξία. Μας ρωτάνε, γιατί ήρθες εδώ; Ήρθα, γιατί στη Ρουμανία δεν υπάρχει φαγητό, δεν υπάρχει δουλειά. Τι άλλο μπορώ να κάνω;».

Οι Τσιγγάνοι ήταν ανέκαθεν ο «οικείος» ξένος. Ένας λαός, από τους πιο παλιούς λαούς της ευρωπαϊκής ηπείρου, που όμως πάντα περίσσευε και ζούσε κυριολεκτικά ή μεταφορικά εκτός των τειχών. Που κουβαλούσε στην πλάτη του όλους τους φόβους μας, αλλά και το ρομαντικά μας στερεότυπα: Από τη μια ο τσιγγάνος που κλέβει, που κάνει μάγια και ξεγελά, και από την άλλη ο ατίθασος ταξιδευτής, που παίζει μουσική και χορεύει ανέμελος, στο φως του φεγγαριού. « Κανένας λαός δεν θα είχε επιβιώσει των διώξεων που πραγματοποιήθηκαν στην Ευρώπη, η Ιερά Εξέταση, ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, φυσικά το Ολοκαύτωμα του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, τα κομμουνιστικά καθεστώτα, ο σύγχρονος καπιταλισμός… Κανένας λαός», επισημαίνει με θαυμασμό η ιστορικός Ενριέτ Ασσέο.

Σήμερα, οι τσιγγάνοι στοχοποιούνται και πάλι ως εχθρός. Με τα ακροδεξιά ρεύματα σε άνοδο σε όλη την Ευρώπη, οι Ρομά γίνονται θύματα βίαιων ρατσιστικών επιθέσεων και ξενοφοβικών πολιτικών, με έμφαση στην «ασφάλεια». Το είδαμε αυτό το καλοκαίρι στη Γαλλία, νωρίτερα στην Ιταλία, τη Δανία, τη Γερμανία, τη Σουηδία…

«Βρισκόμαστε εξαιτίας των κερδοσκόπων και των τραπεζιτών σε μια κατάσταση κρίσης, οικονομικής, κοινωνικής, πολιτικής, στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης», σημείωνει ο Λόρεντ Ελ Γκόζι, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Οργανώσεων υπέρ των Ρομά στη Γαλλία. «Οπότε το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών δυστυχώς αναδιπλώνεται και απέναντι στις δυσκολίες στοχοποιεί τον ξένο. Τον φτωχό ξένο, τον διαφορετικό ξένο. Σ’ αυτή την ενοχλητική ιδεολογία προφανώς ο Ρομά είναι ο τέλειος αποδιοπομπαίος τράγος!».

Και ο Ρουμάνος δημοσιογράφος Μίρσεα Τόμα, συμπληρώνει: «Μας αρέσει να μιλάμε για μια σύγχρονη Ευρώπη, αλλά με όρους νοοτροπίας δεν είμαστε τόσο μοντέρνοι, είμαστε ακόμα στο Μεσαίωνα!».

Σχετικά με τον Σκηνοθέτη
Γιώργος Αυγερόπουλος
Ο Γιώργος Αυγερόπουλος είναι Έλληνας δημιουργός ντοκιμαντέρ και δημοσιογράφος. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1971. Σπούδασε δημοσιογραφία και εργάστηκε ως πολεμικός ανταποκριτής στο Σεράγεβο, την Κροατία, το Κόσσοβο, το Ιράκ και το Αφγανιστάν. Το 2000 δημιούργησε τη σειρά ντοκιμαντέρ Εξάντας που μεταδιδόταν από την ελληνική τηλεόραση για 13 συναπτά έτη. Ντοκιμαντέρ της σειράς προβλήθηκαν από δεκάδες διεθνή δίκτυα και διακρίθηκαν σε κινηματογραφικά φεστιβάλ διαφόρων χωρών. Σήμερα ο Γιώργος Αυγερόπουλος συνεργάζεται κυρίως με δίκτυα του εξωτερικού. Συνολικά έχει υπογράψει περισσότερα από 100 κοινωνικοπολιτικά ντοκιμαντέρ, γυρισμένα σε περίπου 50 χώρες, και έχει τιμηθεί με δεκάδες διεθνή βραβεία και διακρίσεις σε κινηματογραφικά φεστιβάλ σε όλο τον κόσμο.